“Κούροι και Κόρες, Κούρων-μ-παίδες”

 

του Γρηγόριου Ζεϊμπέκη,

Από την σειρά πρότυπων εκπομπών “σκέψεις και +σκέψεις στην κουζίνα” στο ΟΙΚΟΣ κέντρο της γης, για την ελληνική γαστρονομία και πολιτισμό.

gastroverein.oikos@gmail.com

www.Facebook.com/griechische gastronomie

www.Grigorios Zeimpekis

 

Εντολοδότης: έλα τι κάνεις, έχουμε θέμα…

Εντολογλήφτης : τι θέμα;

Εντολοδότης: με τα αρχαία αγάλματα τους “Κούρους” φρόντισε το σε παρακαλώ…

Εντολογλήφτης : έγινε, θα το κάνω! Αλλά ανώνυμα όμως…

Εντολοδότης: κάνε το όπως θέλεις, αρκεί να γίνει και

εμείς θα στο αναγνωρίσουμε με πλούσια οφέλη… Ξέρεις εσύ.

Τα αγάλματα των Κούρων είναι Περσικά (ιρανικά) και το έλκει την καταγωγή τους εκ των αζέρων,  Σελτζούκων… φυλές γνωστές από τα τούρκικα σήριαλ.

Φυσικά η λέξη κούρος προέρχεται από την κατά ‘κει μεριά, ένα αποδεικτικό τεράστιο είναι ότι “κορού” στα αραβικά σημαίνει σκληρό κατανοητό μια και αναφερόμαστε για αγάλματα.

Η κατασκευή των αγαλμάτων είναι πανομοιότυπη τεχνοτροπίας με άλλες επίσης πολιτισμένες φυλές όπως τους άβαρους και τους μαμελούκους.                                                       Γνωστά είναι και τα γιουνάν (ιωνικά) Κουρού -πιττάκια αλλά με τυρί φέτα.  Καθυστερημένα μετά που οι άραβες φέραν το άσπρο  μάρμαρο φορτωμένο στα αλόγατα τους, τον 7ο μΧ αιώνα τα αντέγραψαν αυτοί οι Έλληνες κι άλλες βαλκανικές φυλές.

Την πατρότητα των αγαλμάτων διεκδικεί και ο γνωστός συλλέκτης Λιβανός.

Λαμβάνοντας ακόμη υπ’ όψη το λεξικό του περιβόητου Τριανταφυλλίδη, που δημοσιεύεται από την επίσημη σελίδα της Ελληνικής γλώσσης “ΠΎΛΗ” που δεν αναγράφει πουθενά την λέξη Ελληνικό: κούρος  ο: ανδρικό άγαλμα της αρχαϊκής εποχής, λατρευτικό, αναθηματικό ή επιτύμβιο, που παρίστανε νεαρό άνδρα σε μετωπική στάση όρθιο, γυμνό και χωρίς γένια, να προβάλλει το αριστερό πόδι με τα χέρια κολλημένα στα πλευρά του σώματος.

[λόγ. < γερμ. Kuros ή αγγλ. Kouros (στη νέα σημ.) < αρχ. (ιων. Διάλ.) κορος `νεαρός΄]

Η δε τώρα πολύτιμη πηγή γνώσης “τσιπάκι στιλ” η ξακουστή και επιβεβλημένη πλέον το “Βικιπαίδεια” γράφει μια φορά στην αρχή, την “ελληνική σαν τέχνη” αλλά προλαβαίνει άμεσα να πει κατόπιν ότι είναι  εμπνευσμένοι από αιγυπτιακά αγάλματα… και συνεχίζει για τα καλά την πληροφόρηση μας…

λες και έχουν φόβο…

άλλα νομίζω κάποιος που ενδιαφέρεται να μάθει για τα  αγάλματα των Κούρων, γρήγορα μπορεί να κατατοπιστεί πλήρως από τις ως άνω και πολλές άλλες τέτοιου ίδιους ιδιωτικές σελίδες.

Με το σύνθημα “σεβόμαστε ότι είστε τόσο ευκολόπιστοι και θα σας κεράσουμε και “κούκις”, εφόσον πρώτα εμείς και οι εντολοδότες μας θα σας χρησιμοποιήσουμε… σαρώνοντας σας με τις  συσκευές μας.

 

Τώρα…

Κούροι και Κόρες, είναι Ελληνικά αγάλματα, φημισμένων Ελλήνων καλλιτεχνών, από Μάρμαρο, περί τα 2.700 χρόνια πριν του σήμερα [(καθώς η προ Χριστού εποχή μετριέται ανάποδα δηλαδή προς το – 0 –, από το 700 έως το 100 π Χ.) (δηλαδή σαν να λέμε από την εποχή μας μέχρι το 2.600, τρομερό !)].

Να διευκρινίσω ακόμα -για αναιδείς- αυτά τα αγάλματα κατασκευάζονταν πριν 1.400 χρόνια (όχι στραγάλια) πριν την έλευση των αραβικών φυλών στην Μεσόγειο.

Βρέθηκαν δε σε διάφορα μέρη που κατοικούσαν έλληνες, και ήταν διαφόρων μεγεθών. Υπέροχα αγάλματα που άλλο να σας το λέω κι άλλο να τα βλέπεται.

Μοναδικά φτιαγμένα- γυμνών ανδρών και γυναικών.

Κορμιά ελληνικής τέχνης, που σαν τα βλέπεις καταλαβαίνεις το νόημα του άριστου, της αρετής, του Δίκαιου …. ξέξασπρα πρόσωπα με ανεπαίσθητο χαμόγελο, κοροϊδεύουν τον θάνατο ασήμαντο, ειρωνεύονται την ζωή, γι’ αυτό τα μάτια τους δεν είναι κλειστά, μα μήτε ανοιχτά παρά εσωτερικά, στην ψυχή που ζει αιώνια.  Πραγματικά δεν περιγράφεται πως αυτό το σκληρό και κρύο καλλιτέχνημα έχει τόσο ζωντάνια. Κούροι με παλάμες σφιγμένες γροθιά, πυγμή και πείσμα καρφωμένο στην γη, στο στόχο τους κι ενώ είναι ακίνητα κάθετοι, τους νοιώθεις να προχωρούν… το ένα πόδι έχει ήδη πάρει θέση να πάει μπροστά, βήμα στο μέλλον.

Από την άλλη πανέμορφες νεαρές γυναίκες καλοντυμένες με κοσμήματα στολισμένες σαν παράσημα, θαρραλέες στέκουν, καπετάνισσες να αγναντεύουν τον ορίζοντα, προετοιμασμένες να γεννήσουν το μέλλον.

Κούροι και Κόρες βρίσκονταν σε ναούς, σε τάφους άλλων νεκρών ξένων, σύμβολα λεβεντιάς, δύναμης και ομορφιάς, ξαναθυμίζοντας ότι η ζωή δεν τελείωσε, αλλά απλώς άλλαξε διάσταση και τίποτα άλλο…

Τέτοια αγάλματα υπάρχουν κλεμμένα σε όλα τα μουσεία του κόσμου. Και σαν επίλογο ντροπής για τα ιερά και όσια των Παππούδων μας, πρόσφατα εμείς οι έλληνες ψηφίσαμε να παραδίνουμε όλον αυτόν τον πλούτο στον καθένα για 100 χρόνια.

 

Εντολοδότης: έλα έχουμε πρόβλημα με αυτούς τους Έλληνες που γράφονται και με κεφαλαίο γράμμα…

Εντολογλήφτης :  πάλι!! τι θέμα;

Εντολοδότης: με αυτά που τρώγανε τα αγάλματα   τους οι Κούροι και οι Κόρες και γίναν έτσι ….                        φρόντισε το κι αυτό, πες το και στους δικούς σου με κάθε τρόπο πρέπει να το διαστρεβλώσουμε…

Εντολογλήφτης :  οκέι αρχηγέ!! Σσσρρρπουφ (ήχος από το ρούφηγμα σάλιων)

“Ο κουραμπιές έλκει την καταγωγή του από την Περσία (Ιράν), όπου πρωτοεμφανίστηκε τον 7ο αιώνα, όταν η ζάχαρη διαδόθηκε στην περιοχή. Την πατρότητα του κουραμπιέ διεκδικεί και ο Λίβανος. Το γλύκισμα είναι διαδεδομένο στην Ελλάδα, την Τουρκία και τις Βαλκανικές χώρες.

Ένα είδος κουραμπιέ με την ονομασία Πολβορόν (Polvorón) είναι διαδεδομένο στις ισπανόφωνες χώρες και το νότιο Τέξας. Η λέξη «κουραμπιές» προέρχεται από την αλβανική kurabie ή gurabie (τουρκικά kurabiye και αραβικά qurabiya). Στην καθομιλουμένη «κουραμπιέ» αποκαλούμε τον νωθρό, τον μαλθακό ή τον ανόητο άνθρωπο. Στη στρατιωτική αργκό, «κουραμπιές» είναι ο απόλεμος στρατιώτης, αυτό που δεν μετέχει σε επιχειρήσεις, αλλά είναι αποσπασμένος σε γραφείο.
Πηγή: https://www.sansimera.gr/articles/1030,

© SanSimera.gr

Ο κουραμπιές έλκει την καταγωγή του από την Περσία… και το νότιο Τέξας. Η λέξη «κουραμπιές» … γραφείο.     Πηγή: https://www.tilestwra.com/

 

Ο κουραμπιές έλκει την καταγωγή του από την Περσία, ……. και το νότιο Τέξας.                                                                                                                     

Πηγή: https://lifeis.gr/fitness/diatrofi/i-istoria-toy-koyrampie

to by continue

[Λεξικό Τριανταφυλλίδη] έλκω [élko]-ομαι Ρ (συνήθ. στο ενεστ. θ.) : 1.σέρνω, τραβώ κτ. (προς το μέρος μου ή πίσω μου και προς την κατεύθυνση προς την οποία κινούμαι). «Έλξατε», επιγραφή σε εισόδους… αλλά και ( Έκφραση.) ~ την καταγωγή, κατάγομαι: ….. [λόγ. < αρχ. λκω `τραβώ, προσελκύω΄]

 

Τώρα αν θέλετε να μάθετε την ιστορία του κουραμπιέ, μπορείτε να ψάξετε και σε άλλες σελίδες … αλλά το αποτέλεσμα θα είναι το ίδιο, ακούστε τι βρήκα και κρίνεται αν τελικά ο κουραμπιές έλκει κάτι του…

καλά, καλά αστειεύομαι… αλλά προσέξτε τις παρακάτω λέξεις χιλιάδων χρόνων πριν και συνδυάστε τις φέρνοντας στο νου τον κουραμπιέ σαν εικόνα και σαν νόημα ή φιλοσοφία.

Πρώτα η απλή λέξη η κόρα του ψωμιού, κουραμάνα το ψωμί, την κουρού τυρόπιτα, λέει κουραφέξαλα λέμε “όποιος την νύκτα προχωρεί, λάσπες και κουράδια.. πατεί”, με το κούρα εννοούμαι την  περιποίηση των μαλλιών, όπως κουρά είναι το κούρεμα.. και κουρείο, νεόκουρος, αυτός που κουρεύτηκε πρόσφατα «νεόκουρα πρόβατα» και ο Νεώκουρος μοναχός ή καντηλανάφτης.

Ιταλικά cura σημαίνει η φροντίδα, η θεραπεία η περίθαλψη… όπως και στα ισπανικά… ενώ εμείς σε πολλές ντοπιολαλιές κουρά, κούρο ονοματίζουμε το αρσενικό φύλο, κούροι, αυτοί που συμβόλιζαν τον νέο, το νεαρό αγόρι,  (κούρα)  η περιποίηση.

Άλλοι θέλουν όμως να μας κάνουν να πιστέψουμε…

ότι οι έλληνες περίμεναν 4.500 χρόνια τρώγοντας τέτοια λαχταριστά κουλουράκια μέχρι να μάθουν οι γάλλοι πάλι από εμάς!! να μιλούν…

και να πουν τα δίσπυρα κουλουράκια, Μπισκότα.

Τι ηλίθιο… δική μας λέξη να την κάνουμε μνημόνιο και να την στεφανωθούμε κιόλας, Έλεος!!

ακούστε κι άλλες λέξεις!!

κείρω το καταναλώνω, δαπανώ στην Οδύσσεια γραμμένο, κουρίζω, ανατρέφω κάποιον από μικρό, Κουρίδιος, για τον ή την σύζυγο, κατά κόρον και  κυβικά μέτρα των πλοίων πόσων κόρων είναι…

Κουρήτες, νέοι άντρες ιδίως πολεμιστές,

λέγαν κουροσύνη ή κωροσύνη την ευθημία.

ύστερα το κούρωσα άναψα ζεστάθηκα ή κόρωσε για την φωτιά, τον φούρνο, μεταφορικά άναψα… κόσσω με δύο σσ- το ψητό, ζεστό παρασκεύασμα, που έφτασε από την Μεγάλη Ελλάδα στους σημερινούς που ονομάζουμε Ιταλούς σαν κόττο και ύστερα στην το Δις κόττο δηλαδή το Μπις κόττο, το δίσπυρον που δεν είναι ονομασία παρασκευάσματος αλλά η τεχνική “έλα Πάππου μου να σου δείχνω τα αμπελοχώραφα σου”.

 

Να συμπληρώσω και το κομμάτι που λείπει για να ολοκληρωθεί η λέξη, φυσικά όχι στα κινέζικα ούτε μογγολικά, το “πιες ή μπιές ”  εδώ βρήκα μια λέξη  4.600 χρόνων από την Ιλιάδα του Ομήρου το “Πίαρμε περισπωμένη, σημαίνει όταν φτιάχνουμε κάτι με λιπαρή ουσία ή με οποιοδήποτε πάχος, με κρέμα, βούτυρο…

Ύστερα το γνωστό “φτιάχνω” το ρήμα ποίω

ποιώ για να περιποιούσιν, φτιάχνω κάτι για τους Νέους, φροντίζουν τους νέους Κούρους και Κούρων ποιώ ή κούρον παρασκεύασμα – πίαρ και σήμερα των κούρων-πιέ, μεταβολή του – ν – σε -μ-  και νομίζω έτσι καταλήξαμε στο Κουραμπιέ.

100% λέξη νομάδων φυλών.

 

Και εφόσον όλα αυτά μας οδηγούν απλά στο να δώσουμε ακριβή νόημα στην λέξη αυτή… Καλοί μου Κούρων παίδες, γιατί εμείς να δεχόμαστε σάλια.

και μην με νομίζεται κανένα φιλόλογο, γλωσσολόγο παρά είναι απλοϊκές σκέψεις που κάνει ο καθένας σαν και σένα. Ακούσματα των προγόνων μας, Έλληνες!! Όσο για τους κλέφτες κι του ψεύτες το πρώτο χρόνο χαίρονται.

Πάμε τώρα στην γεωγραφία και τα προϊόντα που παράγονται ανά περιοχή στην γη ανάλογα με τις κλιματολογικές συνθήκες που επικρατούν.

Νομίζω όμως ότι δεν άλλαξαν και πολύ και παραμένουν ίδιες. Δηλαδή το ιδιαίτερα εύκρατο,  ωφέλιμο -θα έλεγα- ελληνικό μεσογειακό κλίμα παραμένει περίπου το ίδιο. Τα σιτηρά που από πάντα δεν ήταν αρκετά σε παραγωγή, και κατά την εποχή που οι έλληνες ήταν λέγεται περί τα 25.000.000 (άντε να ξέφυγαν καμιά εκατοστή άνθρωποι πάνω κάτω) κι διασκορπισμένοι σε 1.500 πόλεις σ’ όλη την Μεσόγειο και την Μαύρη Θάλασσα, με συνέπεια να έχουμε γίνει, από τότε μια εμπορική  δύναμη, με μια τεράστια εσωτερική αγορά, γεμάτη με “πατριωτάκια” κι όπως να το κάνουμε μπορεί να τρωγόμαστε αναμεταξύ μας άλλα…  “βρήκε ο έλληνας την γενιά του κι αγαλλίασε η καρδιά του” έτσι ποτέ δεν μας έλειψαν… Σιτηρά αλεύρι, το μέλι – μια και η μελισσοκομεία είναι ήδη αναπτυγμένη από 6.000 χρόνια πριν, οι ξηροί καρποί, και τα γαλακτοκομικά προϊόντα. Ευλογημένη Γη, ευλογημένοι άνθρωποι. Το ίδιο συνέβαινε και σε άλλα μέρη της Γης αλλά κάτω από εντελώς διαφορετικές κλιματολογικές συνθήκες. Την ευλογία αυτή δεν θα μπορούσα να φανταστώ την Ελληνίδα μαγείρισσα να μην την εκμεταλλεύεται και ακόμα όταν οι Έλληνες τεχνίτες φτιάχνουν φούρνους, κουζινικά σκεύη, και όλα τα μέσα που έχει ανάγκη μια πολιτισμένη κουζίνα για να υποστηρικτή.

Το ζυμάρι που είναι η βάση θα δώσει πολλά τέτοια, γλυκά και αλμυρά παρασκευάσματα το καθένα για την περίπτωση.

Κάπου εκεί ανακαλύπτουν και την τεχνική του Δίσπυρου, (που ήδη ανέφερα)… δηλαδή δύο φορές φουρνισμένα  παρασκευάσματα, τεχνική που καταφέρνει να στεγνώσει το παρασκεύασμα από υγρασία με αποτέλεσμα να συντηρείται για πολύ καιρό και να μπορεί να ταΐσει τους Νέους Κούρους που ταξίδευαν ή εκστράτευαν μακριά. Παραδείγματα τα παξιμάδια, τους τάκους, τα αποξηραμένα φύλλα ζύμης τα περέκ, τις φρυγανιές, τα κουλουράκια…

Τεχνικές γνωστές σ’ όλες τις ελληνίδες του κόσμου που και αυτές διδάσκουν ή επηρεάζουν τις άλλες.

Έτσι μπορείτε να καταλάβετε μετά τόσα χρόνια πως έχει ξεχαστεί η πηγή των συνταγών και έχουν ενσωματωθεί οι συνταγές σε άλλες κουζίνες. Μα όπως κι να γίνει αν το δεις οι ρίζες παραμένουν ίδιες. Το ρητό που προκύπτει “τον ελληνικό πολιτισμό όσο κι να θες να αλλάξεις το σαπούνι σου χαλάς” δεν θα χαθεί ποτέ κι από κάπου πάλι θα ξεπροβάλλει “χρυσός”.

 

Αυτός είναι ο πρωτόγονος δίσπυρος καστανός Κουραμπιές που φτιάχνονταν από Ελληνίδες Κυράδες… για σοφούς, ναυτικούς, πολεμιστές τεχνίτες.                                          

Ένα γλυκό τραγανό κουλουράκι γλυκό από αγνό μέλι που δεν χρειάζεται τεχνικά να το γλυκάνουν και δεν θα το έβρεις όσο κι αν ψάχνεις, ούτε στους πάγους μήτε στους καύσωνες παρά στην ψυχή των ελλήνων, στην ψυχή που δεν μπορεί να σκοτώσει κανείς γιατί είναι αθάνατη.

Κόρες Ηλέκτρα, Αθηνά, Αντιγόνη, Κλυταιμήστρα, Σαπφώ, Ασπασία, Ολυμπία, Κλεοπάτρα, Υπάτια,   Ευδοκία, Άννα κομνηνή, Ειρήνη, Θεανώ, Μπουμπουλίνα, Μαυρογένους, Σουλιώτισσα, και εκατομμύρια ελληνίδες ήταν τεχνίτριες στο να φτιάχνουν “κουραμπιέδες” για να θρέψουν άνδρες πολεμιστές, Κουρήτες, γλυκό που μάνα τυλιγμένοι μαυρομάντιλο στεφάνι, καπετάνισσα κρατά στα χέρια, ζυμάρι βαρύτερο από ασπίδα σιδερένια και λέει…    σε αγαπώ παλικάρι μου, όμως…   “με δαύτην νικητής να γυρίσεις Τάν, μα αν ηττηθείς μόνο επάνω της να έρθεις, Τάς” να και η συνταγή για το σκληρό γλυκό του ήλιου ή για το ότι μπήκε στην φωτιά κι μια και διό και χίλιες εκατό δίχως φόβο κι ας ήταν μιλιούνια απέναντι οι  βάρβαροι, γλυκό που το μαλάκωνε ο ίδρος το αίμα κι η αλμύρα της θάλασσας, οι καραβοτσακισμένοι στα πέλαγα όλης της γης ναυτικοί, που αναστέναζαν καθώς αντίδωρο το βάζαν στο στόμα τους.

Γλυκό βρε, γλυκό!!!! με θαυμαστικά ένα κάρο…

κι το όνομα τους μιας πικρό και μια γιορτινό είναι στις καρδιές, στις ψυχές μας,

κι όπως κι να γενεί τα παιδιά μας θα αρπάξουν από το γιορτινό πιάτο επειδή είναι Κούρω-μ-παίδες κι θα ασπρίσουν ξανά τις ζωές μας με χαρές, με γάμους, βαπτίσεις, και στα γεννητούρια, κάθε Χριστού  Γέννα,

και στα δικά σας άνθρωποι!!

Χρόνια πολλά, έχουμε ακόμα Πατριώτες!!

Στα χέρια χύτρες και κουτάλες να μαγειρέψουμε τροφή για τα παιδιά μας φαγητά μοναδικά!!

ΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩΩ